Οι ασκοί του εώλου (Ν.Σαραντάκος κατά Γ.Μπαμπινιώτη)
Γελοιογραφία του Στάθη Σταυρόπουλου από το 1993 Ο τύραννος ο Διονύσιος των Συρακουσών που είχε ψώνιο ότι είναι μεγάλος τραγωδός, διάβαζε τα ποιήματά του σε έναν κύκλο ποιητών. Ρώτησε τον Φιλόξενο τη γνώμη του, κι εκείνος θαρρετά του είπε ότι είναι για πέταμα. Θύμωσε ο Διονύσιος και τον έ στειλε να σπάει πέτρες. Πέρασε κάμποσος καιρός και ο τύραννος υπέθεσε ότι θα έχει λογικευτεί ο ποιητής, οπότε τον συγχώρεσε και τον κάλεσε ξανά σε συμπόσιο, όπου, φυσικά, άρχισε να απαγγέλλει πάλι την καινούργια του ποιητική συλλογή. Δίχως να πει λέξη ο Φιλόξενος σηκώθηκε και έκανε να φύγει. – Πού πας; τον ρώτησε ο Διονύσιος. – Στο λατομείο, είπε ο ποιητής! Ξεκίνησα από το παραπάνω ανέκδοτο που το βρήκα διαβάζοντας την εξαιρετική αυτή ανάλυση, του Νίκου Σαραντάκου, που αφήνει ιστορία για την πληρότητα της, με αναδρομές σε όλες τις εποχές για την διαχρονική εξέλιξη του όρου έωλος (μεταφορική έννοια του αστήριχτος), που δεν έχει σχέση με τον θεό των ανέμων Αίολο, παρότι κι εγώ λογικά έτσι το φανταζό
Σχόλια